Το δεύτερο Ενημερωτικό Δελτίο με αναλυτικές αναφορές στις ολέθριες συνέπειες του αντιασφαλιστικού νόμου 4387/2016 που ψήφισε η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ εξέδωσε η Γραμματεία Ασφαλιστικού της ΟΤΟΕ:
Τα Μνημόνια και η κηδεμονία της χώρας μας από τους δανειστές σάρωσαν στην κυριολεξία τις αρχές του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος που λειτουργούσε στην Ελλάδα.
Το 3ο Μνημόνιο δίνει το συντριπτικό χτύπημα με την επιλογή της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να ψηφίσει τον Νόμο 4387/16 που εξαφανίζει την αρχή της Κοινωνικής Ασφάλισης, αλλάζοντας οριστικά την αρχιτεκτονική του συστήματος, απαλλάσσοντας το κράτος αλλά και τους εργοδότες μας από τις ευθύνες τους.
Τα ασφαλιστικά μας δικαιώματα, οι αξιοπρεπείς συντάξεις η ασφάλεια και η σιγουριά για το μέλλον είναι πλέον παρελθόν.
Το σχέδιο Κατρούγκαλου, που είχε διαρρεύσει η Κυβέρνηση από το φθινόπωρο του 2015, εντέλει ψηφίστηκε με τον παραπάνω νόμο από την Κυβέρνηση και μάλιστα με δυσμενέστερες διατάξεις.
Οι νέες δραματικές ανατροπές στις συντάξεις και στις εισφορές, προσθέτουν νέα δυσβάστακτα βάρη στα μέτρα εκείνα που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προώθησε μετά τις εκλογές της 20ης Σεπτέμβρη.
Θυμίζουμε:
- Τη μείωση της κατώτατης σύνταξης από τα 486 ευρώ στα 392 ευρώ (ειδικά στους συνταξιούχους κάτω από τα 67, στα 150 – 338 ευρώ ),
- Την αύξηση της εισφοράς υγειονομικής περίθαλψης των συνταξιούχων 2% στις κύριες συντάξεις και 6% στις επικουρικές,
- Την ουσιαστική κατάργηση της σύνταξης των ανασφάλιστων υπερηλίκων,
- Την επιπλέον 10% μείωση της σύνταξης κατ’ έτος για όσους συνταξιοδοτούνται πρόωρα,
- Την αύξηση στα ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης έως και 17 χρόνια σε βάρος κατοχυρωμένων και θεμελιωμένων ασφαλιστικών δικαιωμάτων.
Είναι ο πρώτος νόμος στον οποίο δεν υπάρχει μεταβατική διάταξη που να προστατεύει, τόσο τα κατοχυρωμένα δικαιώματα (χρόνια υπηρεσίας), όσο και τα θεμελιωμένα δικαιώματα (χρόνια υπηρεσίας και ηλικία), ακυρώνοντας έτσι τις προσδοκίες ανθρώπων που δεν πρόλαβαν να συνταξιοδοτηθούν.
Συγκεκριμένα:
Κύρια Σύνταξη
Η αρχιτεκτονική του συστήματος αλλάζει άρδην με τη δημιουργία ενός γιγαντιαίου οργανισμού (ΕΦΚΑ) στον οποίο εντάσσονται όλοι οι εργαζόμενοι – μισθωτοί δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι αυτοαπασχολούμενοι και οι αγρότες, με κοινούς κανόνες, ανεξαρτήτως του ύψους των εισφορών και της ύπαρξης ή μη εργοδοτικών εισφορών που έχει προσφέρει κάθε ομάδα.
Στον ΕΦΚΑ μεταφέρονται και οι παροχές σε χρήμα (που δε συγχωνεύτηκαν στον ΕΟΠΥΥ) με το πρόσχημα της χρηστής δήθεν διαχείρισης των αποθεματικών των ταμείων αυτών, καταργώντας στην ουσία τις παροχές που έπαιρναν οι δικαιούχοι – ασφαλισμένοι.
Έως τις 31/12/2019, καταργείται σταδιακά το ΕΚΑΣ, που σήμερα χορηγείται σε 370.000 χαμηλοσυνταξιούχους, που θα οδηγηθούν κάτω από τα όρια της ακραίας φτώχειας με μείωση μηνιαίου εισοδήματος 193 ευρώ κατά μέσο όρο.
Η κυβέρνηση για να εφαρμόσει την μνημονιακή δέσμευσή της για μεγαλύτερη σύνδεση εισφορών – παροχών μετατρέπει το δημόσιο καθολικό και αναδιανεμητικό χαρακτήρα της κοινωνικής ασφάλισης σε κεφαλαιοποιητικό σύστημα εξατομικευμένο.
Στην πραγματικότητα έχουμε την οριστική κατάργηση της Κοινωνικής Ασφάλισης και το κράτος θα εγγυάται πλέον μόνον τη Βασική Σύνταξη.
Ταυτόχρονα καταργείται η Τριμερής Χρηματοδότηση.
Έτσι:
Θεσμοθετείται εθνική σύνταξη στα 384 ευρώ μετά από 20 χρόνια ασφάλισης. Το ποσό μειώνεται κατά 2% για κάθε έτος ασφάλισης που υπολείπεται των 20 ετών μέχρι τα 15 έτη ασφάλισης, που αποτελούν προϋπόθεση για την καταβολή της.
Αυτό σημαίνει ακόμα μεγαλύτερη μείωση της χρηματοδότησης της Κοινωνικής Ασφάλισης, αφού πλέον το κράτος θα εγγυάται μόνο αυτό το κομμάτι της σύνταξης. Και ουσιαστικά σημαίνει την κατάργηση της κατώτερης σύνταξης, που μέχρι τώρα ήταν 486 ευρώ με 15 χρόνια ασφάλισης και 4500 ένσημα.
Ορίζονται μικρότερα ποσοστά αναπλήρωσης για το ανταποδοτικό κομμάτι της σύνταξης και προστασία των ήδη καταβαλλόμενων κύριων συντάξεων, υπό την προϋπόθεση ότι οι συνταξιοδοτικές δαπάνες δεν θα ξεπεράσουν το 16,1% του ΑΕΠ (με έτος αναφοράς το 2009-13,6%) έως το 2060.
(Από την 1.1.2017 και ανά τριετία, η Εθνική Αναλογιστική Αρχή εκπονεί υποχρεωτικά αναλογιστικές μελέτες, οι οποίες επικυρώνονται από την Επιτροπή Οικονομικής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με αντικείμενο τη συνεχή παρακολούθηση της εξέλιξης της εθνικής συνταξιοδοτικής δαπάνης. Το ύψος των ανωτέρω δαπανών για την εθνική, την αναλογική και την επικουρική σύνταξη, προβαλλόμενο έως το έτος 2060, δεν πρέπει να υπερβαίνει το περιθώριο αύξησης των 2,5 ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ, με έτος αναφοράς το 2009 (ποσοστό επί του ΑΕΠ 13,6).
Ειδικότερα, η ανταποδοτική σύνταξη καθορίζεται με ποσοστά αναπλήρωσης για κάθε επιμέρους περίοδο ασφάλισης:
ΚΛΙΜΑΚΕΣ ΕΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ |
ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΗΣ |
|
ΑΠΟ |
ΕΩΣ |
|
0 |
15 |
0,77% |
15,01 |
18 |
0,84% |
18,01 |
21 |
0,90% |
21,01 |
24 |
0,96% |
24,01 |
27 |
1,03% |
27,01 |
30 |
1,21% |
30,01 |
33 |
1,42% |
33,01 |
36 |
1,59% |
36,01 |
39 |
1,80% |
39,01 |
42 και περισσότερα |
2,00% |
Αυξάνεται κατακόρυφα το κόστος για την εξαγορά των πλασματικών ετών για θεμελίωση. Για το χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται πλασματικά, ορίζεται ως βάση ο ασφαλιστέος μηνιαίος μισθός-εισόδημα αντί των 25 ημερομισθίων του ανειδίκευτου εργάτη το μήνα (168 ευρώ) που ίσχυε από τους προηγούμενους νόμους.
Αλλάζει με δυσμενή τρόπο η καταβολή των συντάξεων χηρείας αφού εισάγονται αυστηρότερες προϋποθέσεις για τη χορήγησή τους.
Συγκεκριμένα, τίθεται όριο ηλικίας τα 55 έτη. Δηλαδή, αν ο επιζών σύζυγος έχει συμπληρώσει το 52ο έτος της ηλικίας του δικαιούται σύνταξη για διάστημα τριών (3) ετών, μετά την πάροδο των οποίων η καταβολή σύνταξης αναστέλλεται μέχρι τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας του.
Εφόσον δεν έχει συμπληρώσει το 52ο έτος της ηλικίας του κατά τον ως άνω χρόνο, δικαιούται σύνταξη μόνο για διάστημα τριών (3) ετών.
Οι συντάξεις χηρείας καταβάλλονται κανονικά αν ο επιζών σύζυγος έχει ανήλικα ή ανάπηρα παιδιά ή παιδιά που σπουδάζουν έως 24 ετών ή είναι ανίκανος για την άσκηση βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό 67% και άνω.
Για πρώτη φορά περιορίζεται και το ποσοστό της σύνταξης αν υπάρχει μεγάλη διαφορά ηλικίας μεταξύ των συζύγων.
Αν η διαφορά ηλικίας μεταξύ του αποβιώσαντος και της συζύγου του, αφαιρουμένου του διαστήματος του γάμου τους, είναι μεγαλύτερη από δέκα έτη, η σύνταξη του επιζώντος συζύγου, υφίσταται, για κάθε πλήρες έτος διαφοράς, μείωση που καθορίζεται σε:
1% για τα έτη από το 10ο και το 20ό έτος.
2% για τα έτη από το 21ο έως το 25ο έτος.
3% για τα έτη από το 26ο έως το 30ό έτος.
4% για τα έτη από το 31ο έως το 35ο έτος.
5% για τα έτη από το 36ο και άνω.
Θα προσαυξάνονται μελλοντικά οι συντάξεις όσων ασφαλισμένων κατέβαλλαν αυξημένες εισφορές, σύμφωνα με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και μετά από εισήγηση της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής που θα βασίζεται σε οικονομική αναλογιστική μελέτη.
Οι ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις θα αναπροσαρμοστούν.
Για τους ήδη συνταξιούχους, σε περίπτωση που το ποσό της σύνταξης, μετά τον επανυπολογισμό, είναι μεγαλύτερο από το σημερινό, η διαφορά καταβάλλεται σταδιακά, σε βάθος πενταετίας.
Σε περίπτωση που είναι μικρότερο, παγώνει έως το 2017 και παραμένει ως “προσωπική διαφορά” από το 2018 και έως ότου μηδενιστεί η διαφορά.
Ορίζεται νέο πλαφόν στα 2.000 ευρώ μεικτά (1.820 ευρώ καθαρά) για την κύρια σύνταξη. Το υπερβάλλον ποσό της ατομικής μηνιαίας σύνταξης ψαλιδίζεται μέχρι 31/12/2018.
Επικουρική Σύνταξη
Ο νόμος ορίζει αύξηση εισφορών για τις επικουρικές συντάξεις 1% (0,5% για εργοδότες και 0,5% για εργαζόμενους) για μια τριετία, με την επιβάρυνση να μειώνεται στο 0,25% για κάθε πλευρά από 1/6/2019.
Η επιβάρυνση αυτή θα διατηρηθεί μέχρι τις 31/5/2022.
Μετά την επιβάρυνση των συνταξιούχων με την επιβολή εισφοράς 6% στις επικουρικές συντάξεις για την στήριξη του ΕΟΠΥΥ, έρχεται ο νέος νόμος να αυξήσει τις εισφορές στους εργαζόμενους ώστε να στηριχθεί το Ενιαίο Επικουρικό Ταμείο (ΕΤΕΑ) στο οποίο εντάσσονται και τα ταμεία εφάπαξ και μετονομάζεται σε ΕΤΕΑΕΠ (Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών).
Από τη δημοσίευση του νέου νόμου μειώνονται 15 – 20% οι νέες επικουρικές συντάξεις και προβλέπονται νέες διαρκείς μειώσεις τους με την εφαρμογή της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος.
Επιπλέον σε περίπτωση αύξησης των ελλειμμάτων του επικουρικού ταμείου και μείωσης των εσόδων ενεργοποιείται αυτόματα μηχανισμός περικοπής των συντάξεων.
(Στις επικουρικές συντάξεις για τους ασφαλισμένους από 01/01/2014 και εφεξής αλλά και για τους ασφαλισμένους μέχρι 31/12/2013 που η αίτηση συνταξιοδότησης κατατέθηκε μετά την 01/01/2015 το ποσό θα αποτελείται από δύο τμήματα:
α) Από το τμήμα που αντιστοιχεί στο χρόνο μέχρι 31/12/2014 και θα υπολογίζεται με ποσοστό αναπλήρωσης 0,45% για κάθε χρόνο (μείωση περίπου 15% μεσοσταθμικά) και
β) Στο τμήμα που αντιστοιχεί στο χρόνο από 01/01/2015 και εφεξής και θα υπολογίζεται με βάση τη “ρήτρα βιωσιμότητας”).
Επίσης ο νόμος προβλέπει ότι οι ήδη καταβαλλόμενες (κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου) επικουρικές συντάξεις αναπροσαρμόζονται, εφόσον το άθροισμα κύριας και επικουρικής σύνταξης του δικαιούχου υπερβαίνει το ποσό των χιλίων τριακοσίων (1300) ευρώ.
Μειώσεις 10 – 30% προβλέπει για τις εφάπαξ παροχές, λόγω αλλαγής του μαθηματικού τύπου τους και 32% μεσοσταθμικά.
Δραματικές μειώσεις θα υπάρξουν στις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις.
Ο νόμος προβλέπει ότι η μείωση της εθνικής σύνταξης προκειμένου για τους ασφαλισμένους που παίρνουν μειωμένη σύνταξη λόγω γήρατος ανέρχεται σε 1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται για τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας πλήρους συνταξιοδότησης. Επιπλέον, το αναλογικό ποσό θα μειωθεί κατά 10% λόγω του πέναλτυ.
Ειδικότερα για τον Κλάδο των Τραπεζών
Ο νόμος Κατρούγκαλου επιβεβαιώνει για άλλη μια φορά την στοχοποίηση των τραπεζοϋπαλλήλων από την Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Οι επιπτώσεις του για τους ασφαλισμένους και τους συνταξιούχους των ειδικών Ταμείων των Τραπεζών, των Παροχών σε χρήμα και ειδικά του ΕΤΑΤ είναι τραγικές.
ΕΙΔΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ
Οι μεγάλοι χαμένοι του νόμου είναι οι συνταξιοδοτούμενοι με 35ετίες από τα ειδικά Ταμεία των Τραπεζών και κυρίως οι υψηλόμισθοι.
Φέτος, αν η νέα σύνταξη υπολείπεται κατά 20% και πλέον από τον παλαιό τρόπο οι δικαιούχοι θα λαμβάνουν το μισό της διαφοράς.
Όσοι φύγουν εντός του 2017 θα πάρουν το 1/3.
Όσοι φύγουν το 2018 θα πάρουν το ¼.
Καταργούνται τα κατώτατα όρια. Η νέα σύνταξη είναι το άθροισμα της Εθνικής (384 ευρώ από 20ετία και πάνω και 345 ευρώ στην 15ετία) και της ανταποδοτικής, που υπολογίζεται με τις αποδοχές από το 2002 και τους νέους συντελεστές αναπλήρωσης (40,7% για 40 χρόνια).
Η επικουρική σύνταξη των τραπεζοϋπαλλήλων μειώνεται δραματικά φθάνοντας ακόμη και στο σημείο της κατάργησης λόγω του ότι στο συγκέκριμένο νόμο αθροίζονται, για πρώτη φορά, κύρια και επικουρική σύνταξη με ανώτατο όριο τα 1.300 ευρώ. Πάνω από το άθροισμα αυτό η επικουρική σύνταξη περικόπτεται ή εξαφανίζεται.
ΠΑΡΟΧΕΣ ΣΕ ΧΡΗΜΑ
Με την μεταφορά των παροχών σε χρήμα στον ΕΦΚΑ (μέχρι σήμερα λειτουργούσαν στο ΤΑΥΤΕΚΩ και αφορούσαν τα 3 Ταμεία Υγείας των Τραπεζών) είναι σίγουρη η υποβάθμιση, έως και κατάργηση, παροχών που δικαιούνταν οι ασφαλισμένοι τραπεζοϋπάλληλοι, οι οποίοι μέχρι σήμερα πληρώνουν υψηλές εισφορές, συγκριτικά με τους υπόλοιπους ασφαλισμένους.
ΕΤΑΤ
Το ΕΤΑΤ παύει να έχει αυτοτελή νομική προσωπικότητα και εντάσσεται από 1-1-2017 στον ΕΦΚΑ. Ο ΕΦΚΑ ως καθολικός διάδοχος του ΕΤΑΤ υπεισέρχεται σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις αυτού και χορηγεί από την 1-1-2017 τις συνταξιοδοτικές παροχές στους δικαιούχους τραπεζοϋπαλλήλους. Σε όσους λαμβάνουν ήδη το προσυνταξιοδοτικό βοήθημα αναπροσαρμόζονται τα καταβαλλόμενα ποσά σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4387/2016. Για τους λοιπούς ασφαλισμένους του Ταμείου τίθεται ως προϋπόθεση για τη χορήγηση του προσυνταξιοδοτικού βοηθήματος, η θεμελίωση του δικαιώματος για τη λήψη αυτού, μέχρι την έναρξη ισχύος του νέου νόμου.
Συγκεκριμένα, όσοι τραπεζοϋπάλληλοι δεν είχαν μέχρι 12-05-2016 συγκεντρώσει όλες τις προβλεπόμενες προϋποθέσεις όπως αυτές ορίζονται από τις οικείες διατάξεις των καταστατικών των επιμέρους τριών ταμείων (ΤΑΠΕΤΕ, ΤΑΠΤ, ΛΑΚ), ώστε να θεμελιώσουν δικαίωμα λήψης του προσυνταξιοδοτικού καθεστώτος, χάνουν το δικαίωμα αυτό.
Ως προς τις προϋποθέσεις θεμελίωσης δικαιώματος λήψης της προσυνταξιοδοτικής παροχής και τον τρόπο υπολογισμού των συντάξιμων αποδοχών εξακολουθούν να ισχύουν οι καταστατικές διατάξεις των εκάστοτε Ταμείων και Λογαριασμών.
Ωστόσο, μεταβάλλεται άρδην ο τρόπος υπολογισμού του ποσού της σύνταξης, καθώς μειώνονται κατακόρυφα οι συντελεστές αναπλήρωσης επί των συντάξιμων αποδοχών. Σε αντίθεση μάλιστα με συνταξιούχους άλλων φορέων που η σύνταξή τους αναπροσαρμόζεται σε χρόνο μεταγενέστερο της έναρξης ισχύος του ν. 4387/2016, η προσυνταξιοδοτική παροχή των τραπεζοϋπαλλήλων που καταβάλλεται ήδη, αναπροσαρμόζεται άμεσα και δη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν. 4387/2016.
Ειδικότερα, με το άρθρο 73Α ορίζεται ότι το ποσοστό αναπλήρωσης ανέρχεται πλέον σε 1,75% μεσοσταθμικά για κάθε έτος ασφάλισης. Σημειωτέον, από τις καταστατικές διατάξεις των Ταμείων που υπήχθησαν στο ΕΤΑΤ προβλέπονταν συντελεστές αναπλήρωσης που ξεκινούσαν από 2,5% και έφταναν σε περιπτώσεις πολλών ετών ασφάλισης και στο 4%.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των καταβαλλόμενων παροχών μέχρι και 47% σε ορισμένες περιπτώσεις, αφού με τους μέχρι πρότινος ισχύοντες συντελεστές αναπλήρωσης, το ποσοστό αναπλήρωσης άγγιζε μέχρι και το 116% επί των συντάξιμων αποδοχών, ενώ σήμερα το ανώτατο όριο δεν ξεπερνά το 61%.
Το προσυνταξιοδοτικό βοήθημα εξακολουθεί να καταβάλλεται μέχρι την συμπλήρωση των προϋποθέσεων για λήψη κύριας σύνταξης, τότε και αφαιρούμενο από το σύνολο κύριας και επικουρικής σύνταξης που λαμβάνει ο συνταξιούχος, το ποσό που προκύπτει αναπροσαρμόζεται για να καταβληθεί πλέον ως διαφορά. Ο συντελεστής αναπλήρωσης στην περίπτωση αυτή είναι 0,45%.
Περαιτέρω, για τους μέχρι 31-12-1992 ασφαλισμένους του ΕΤΑΤ που δεν έχουν θεμελιώσει μέχρι 12-5-2016 δικαίωμα λήψης του προσυνταξιοδοτικού, αντί αυτού, θα λάβουν προσαυξημένη επικουρική σύνταξη με συντελεστή 0,075% για κάθε 1% επιπλέον εισφοράς.
ΠΙΝΑΚΕΣ
ALPHA τ. EMPORIKI & ΛΑΚ
Αποδοχές |
1.500 € |
2.200 € |
2.400€ |
2.800 € |
||||
Έτη ασφάλισης |
ΠΡΙΝ | ΜΕΤΑ | ΠΡΙΝ | ΜΕΤΑ | ΠΡΙΝ | ΜΕΤΑ | ΠΡΙΝ | ΜΕΤΑ |
28 έτη |
1.390€ | 735€ | 2.041€ | 1.078€ | 2.227€ | 1.176€ | 2.590€ | 1.372€ |
30 έτη |
1.492€ | 787€ | 2.187€ | 1.155€ | 2.386€ | 1.260€ | 2.780€ | 1.470€ |
32 έτη |
1.590€ | 840€ | 2.330€ | 1.232€ | 2.545€ | 1.344€ | 2.960€ | 1.568€ |
35 έτη |
1.740€ | 918€ | 2.550€ | 1.347€ | 2.780€ | 1.470€ | 3.240€ | 1.715€ |
Αποδοχές |
3.000 € |
3.500 € |
4.000 € |
4.500 € |
||||
Έτη ασφάλισης |
ΠΡΙΝ | ΜΕΤΑ | ΠΡΙΝ | ΜΕΤΑ | ΠΡΙΝ | ΜΕΤΑ | ΠΡΙΝ | ΜΕΤΑ |
25 έτη |
2.480€ | 1.310€ | 2.800€ | 1.530€ | 3.310€ | 1.750€ | 3.720€ | 1.960€ |
30 έτη |
2.980€ | 1.570€ | 3.470€ | 1.830€ | 3.970€ | 2.100€ | 2.360€ | 2.360€ |
32 έτη |
3.180€ | 1.680€ | 3.700€ | 1.960€ | 4.200€ | 2.240€ | 2.520€ | 2.520€ |
35 έτη |
3.480€ | 1.830€ | 4.060€ | 2.140€ | 4.640€ | 2.450€ | 2.750€ | 2.750€ |
Αlpha-Πίστεως
Αποδοχές |
1500 € |
2.200 € |
2.400 € |
2.800 € |
||||
Έτη ασφάλισης |
ΠΡΙΝ | ΜΕΤΑ | ΠΡΙΝ | ΜΕΤΑ | ΠΡΙΝ | ΜΕΤΑ | ΠΡΙΝ | ΜΕΤΑ |
28 έτη |
1.206€ | 735€ | 1.760€ | 1.078€ | 1.930€ | 1.176€ | 2.250€ | 1.372€ |
30 έτη |
1.304€ | 787€ | 1.910€ | 1.155€ | 2.080€ | 1.260€ | 2.430€ | 1.470€ |
32 έτη |
1.424€ | 840€ | 2.080€ | 1.232€ | 2.270€ | 1.344€ | 2.650€ | 1.568€ |
35 έτη |
1.600€ | 918€ | 2.350€ | 1.347€ | 2.560€ | 1.470€ | 2.990€ | 1.715€ |
Αποδοχές |
3.000 € |
3.500 € |
4.000 € |
4.500 € |
||||
Έτη ασφάλισης |
ΠΡΙΝ | ΜΕΤΑ | ΠΡΙΝ | ΜΕΤΑ | ΠΡΙΝ | ΜΕΤΑ | ΠΡΙΝ | ΜΕΤΑ |
25 έτη |
2.115€ | 1.312€ | 2.460€ | 1.530€ | 2.800€ | 1.750€ | 3.160€ | 1.960€ |
30 έτη |
2.600€ | 1.570€ | 3.030€ | 1.830€ | 3.480€ | 2.100€ | 3.900€ | 2.360€ |
32 έτη |
2.840€ | 1.680€ | 3.310€ | 1.960€ | 3.800€ | 2.240€ | 4.180€ | 2.500€ |
35 έτη |
3.210€ | 1.830€ | 3.740€ | 2.140€ | 4.280€ | 2.450€ | 4.800€ | 2.750€ |
*Τα ποσά είναι μικτά προ φόρου και κρατήσεων.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
- Υπάλληλος της AlphaBank (τ. Πίστεως) με συμπληρωμένα 25 έτη ασφάλισης και συντάξιμες αποδοχές 3.000 € που αποχώρησε από την εργασία λαμβάνει προσυνταξιοδοτική παροχή στα 2.115 € υπολογισμένη με το παλαιό καθεστώς. Με το νέο τρόπο υπολογισμού και την αναπροσαρμογή που προβλέπει ο νέος νόμος το ποσό που θα λαμβάνει ανέρχεται σε 1.312 € (διαφορά -37,9%).
- Υπάλληλος της πρώην Εμπορικής που αποχώρησε από την εργασία του με 25 έτη ασφάλισης και συντάξιμες αποδοχές 4.000 ευρώ με τον ισχύοντα κατά τη στιγμή της εξόδου τρόπο υπολογισμού ελάμβανε μηνιαίως προσυνταξιοδοτική παροχή ύψους 3.310 €. Με το νέο τρόπο υπολογισμού και την αναπροσαρμογή που προβλέπει ο νέος νόμος το ποσό που θα λαμβάνει ανέρχεται σε 1.750 € (διαφορά -47%).