Γράφει ο Γιώργος Τασιόπουλος – Μέλος Προεδρείου Σ.Υ.Ε.Τ.Ε. – Μέλος Δ.Σ. Εργατικού Κέντρου Αθήνας
Ζούμε σε έναν κόσμο όπου το 1% των πλουσιότερων ανθρώπων κατέχει το μεγαλύτερο κομμάτι του πλούτου της κοινωνίας μας και το πλουσιότερο 10% κατέχει πολύ περισσότερο πλούτο από το υπόλοιπο 90%. Ακόμα και στις ανεπτυγμένες χώρες της Ευρώπης, του αγγλοσαξονικού κόσμου αλλά και ευρύτερα, οι διαφορές στην κατανομή του πλούτου είναι τεράστιες. Και το χειρότερο είναι ότι οι ανισότητες αυτές συνεχώς αυξάνονται.
Αυτή η εξέλιξη δεν είναι τυχαία αλλά οφείλεται στην επικράτηση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών τις τελευταίες δεκαετίες σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι οικονομικές και κοινωνικές διεργασίες που ξεκίνησαν με την επικράτηση του δόγματος του Θατσερισμού και του Ριγκανισμού στο μεγαλύτερο μέρος της υφηλίου, έχουν οδηγήσει στην εξωφρενική συσσώρευση πλούτου αλλά και πολιτικής ισχύος στα χέρια μιας μικρής ελίτ.
Η αποθέωση του, χωρίς κανόνες, χρηματιστικού κεφαλαίου σε βάρος της πραγματικής οικονομίας τη συγκεκριμένη περίοδο, οδήγησε στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και την αποτυχημένη αντιμετώπισή της κυρίως στην ΕΕ αλλά και αλλού στον κόσμο. Ειδικά η χώρα μας, πλήρωσε βαρύτατο οικονομικό και κοινωνικό τίμημα, με την ιδεοληπτική επιβολή συνεχών σκληρών μνημονίων και την φτωχοποίηση σημαντικού μέρους της ελληνικής κοινωνίας. Στην πορεία αυτή, οι δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, δεν έχασαν απλά τη μεταπολεμική τους ηγεμονία αλλά σε πολλές περιπτώσεις διαλύθηκαν σχεδόν ολοκληρωτικά. Τι πήγε λοιπόν τόσο λάθος και τι μπορεί να γίνει προκειμένου να αναστραφεί αυτή η πορεία προς τον αφανισμό;
Υποστηρίζω σε αυτό το σύντομο κείμενο, ότι ο μόνος τρόπος προκειμένου οι δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας να αποφύγουν το ρόλο του κομπάρσου στο πολιτικό σύστημα, είναι να απαντήσουν με επιτυχία στις σύγχρονες κοινωνικές προκλήσεις αποκτώντας περισσότερο ριζοσπαστικά πολιτικά χαρακτηριστικά. Δίνοντας απαντήσεις στα μεγάλα διακυβεύματα της εποχής μας με την υιοθέτηση σύγχρονων και ρηξικέλευθων πολιτικών, πιάνοντας έτσι ξανά το νήμα της πραγματικής σοσιαλδημοκρατίας.
Η σοσιαλδημοκρατία έχασε τη μάχη με το νεοφιλελευθερισμό γιατί δεν μπόρεσε να δημιουργήσει ένα πειστικό πολιτικό αφήγημα για τον παγκοσμιοποιημένο κόσμο στον οποίο ζούμε. Αντίθετα, τα κόμματα της σοσιαλδημοκρατίας σε πολλές χώρες έκαναν το ολέθριο λάθος να συνεργαστούν με δεξιούς και νεοφιλελεύθερους πολιτικούς σχηματισμούς προκειμένου να διατηρήσουν ένα κομμάτι της εξουσίας. Γι αυτό ευθύνονται, κατά κύριο λόγο, οι συμβιβασμένες και εν πολλοίς «υπαλληλοποιημένες» ηγεσίες των συγκεκριμένων κομμάτων, για τις οποίες η, πάση θυσία, συμμετοχή στην εξουσία έγινε αυτοσκοπός. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το πιο παλιό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα στον κόσμο και φάρος της σοσιαλδημοκρατίας επί πολλές δεκαετίες, το γερμανικό SPD, το οποίο τα τελευταία χρόνια έχει συμμετάσχει σε τρεις κυβερνήσεις συνεργασίας με τη γερμανική δεξιά. Αλλά και σε επίπεδο προσώπων ο γνωστός ολλανδός Γερούν Νταϊσελμπλουμ ο οποίος, ενώ ανήκε στο Εργατικό κόμμα της Ολλανδίας, λειτούργησε ως ιέρακας του νεοφιλελευθερισμού στη θητεία του ως πρόεδρος του Eurogroup.
Ο πολιτικός χώρος της σοσιαλδημοκρατίας ηγεμόνευσε σε πολλές χώρες επί δεκαετίες γιατί μπόρεσε να εκφράσει τις προσδοκίες των μη προνομιούχων στρωμάτων της κοινωνίας, μέσω της σωστής κατανομής του παραγόμενου πλούτου και της προσήλωσής του στην υπεράσπιση των εργασιακών και ατομικών δικαιωμάτων, του κοινωνικού κράτους, καθώς και της ίδιας της δημοκρατίας. Το ίδιο λοιπόν πρέπει να γίνει και σήμερα, προσαρμοσμένο βέβαια στα δεδομένα της εποχής μας. Στην εποχή της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, η σοσιαλδημοκρατία δεν οφείλει απλά να προστατεύσει τις εργασιακές κατακτήσεις του προηγούμενου αιώνα, οι οποίες αμφισβητούνται έντονα από τις δυνάμεις του νεοφιλελευθερισμού (συλλογικές συμβάσεις, οχτάωρο, προστασία των θέσεων εργασίας, αξιοπρεπής κατώτατος μισθός και επίδομα ανεργίας κλπ) αλλά να απαντήσει με ριζοσπαστικές πολιτικές και σε όσες προκλήσεις έχουν προκύψει τα τελευταία χρόνια όπως η τηλεργασία, η τεχνητή νοημοσύνη και η ρομποτοποίηση.
Μια τέτοια πολιτική είναι η καθιέρωση της τετραήμερης οχτάωρης εργασίας χωρίς μείωση των αποδοχών, προκειμένου με αυτόν τον τρόπο να επιτευχθεί ο διττός στόχος της δικαιότερης κατανομής του παραγόμενου πλούτου και της καλύτερης ποιότητας ζωής για τους εργαζόμενους. Η πολιτική αυτή εξάλλου, φαίνεται σε πολλές περιπτώσεις να είναι θετική ακόμα και για τους εργοδότες, διότι η εφαρμογή της έχει δείξει ότι η παραγωγικότητα των εργαζομένων αυξάνεται κατά πολύ.
Ένας άλλος πυλώνας εστίασης των πολιτικών της σοσιαλδημοκρατίας θα πρέπει να είναι η φορολογική πολιτική. Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε όλο και εντονότερα φαινόμενα φοροαποφυγής τεράστιων ποσών από τις μεγάλες εταιρείες και τους πλούσιους ιδιώτες, μέσω της μεταφοράς εισοδημάτων και κερδών σε φορολογικούς παραδείσους. Επίσης, πολλές νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις μειώνουν σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα τη φορολογική επιβάρυνση των πλουσίων ιδιωτών και των μεγάλων εταιρειών με πρόσχημα την ανάπτυξη. Μία ανάπτυξη βέβαια που δεν έρχεται ποτέ ή ακόμα και όταν υπάρξει, την καρπώνεται πάλι η ίδια μικρή ελίτ. Είναι γνωστή η δήλωση του Warren Baffett, ενός από τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου, ότι πληρώνει μικρότερο ποσοστό φόρου από τη γραμματέα του. Οι δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας λοιπόν, οφείλουν να διαμορφώσουν μια προοδευτική φορολογική πολιτική όπου οι πλουσιότεροι ιδιώτες και οι μεγάλες εταιρείες θα πληρώνουν το μεγαλύτερο ποσοστό φόρων με βάση τα εισοδήματα τους και τα κέρδη. Επίσης, θα πρέπει επιτέλους να καθιερωθεί φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, τα έσοδα του οποίου θα διοχετευθούν στην χρηματοδότηση του κοινωνικού κράτους. Τέλος, είναι επιτακτική ανάγκη να καταπολεμηθεί ριζικά η πρακτική μεταφοράς πλούτου στους φορολογικούς παραδείσους.
Σίγουρα δεν μπορεί να υπάρξει σύγχρονη και ριζοσπαστική σοσιαλδημοκρατία χωρίς έμφαση στην υψηλού επιπέδου δημόσια παιδεία και υγεία καθώς και στο κοινωνικό κράτος. Με καθολική και δωρεάν κάλυψη των πολιτών στα θέματα υγείας για όλη τους τη ζωή και επίσης δωρεάν παιδεία μέχρι και την τριτοβάθμια εκπαίδευση χωρίς να αναγκάζονται να καταφεύγουν στον ιδιωτικό τομέα ή να πληρώνουν δίδακτρα. Επίσης, είναι απαραίτητη η δημιουργία ενός ισχυρού και αξιοπρεπούς οικονομικού και κοινωνικού διχτυού ασφαλείας, κάτω από το οποίο δεν θα πέφτει κανένας πολίτης σε οποιαδήποτε φάση της ζωής του. Τέλος, οι δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας οφείλουν να δώσουν μεγάλη έμφαση στο κορυφαίο ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, μέσω του «πράσινου» μετασχηματισμού της οικονομίας με κοινωνικό πρόσημο και της απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα.
Προκειμένου όμως να γίνουν όλα αυτά, και πολλά άλλα, απαιτείται να επανέλθει το πρωτείο της Πολιτικής έναντι των αγορών. Να υπάρξει αυστηρή ρύθμιση των αγορών υπέρ του μακροπρόθεσμου κοινωνικού συμφέροντος. Να επικρατήσει επιτέλους η λαϊκή αντιπροσώπευση έναντι του αόρατου χεριού της αγοράς. Να κρατήσει η Σοσιαλδημοκρατία τα καλά στοιχεία που πηγάζουν από τη σοσιαλιστική μήτρα από την οποία προέρχεται, όπως το όραμα για μια δίκαιη κοινωνία, και σε συνεργασία με τις δυνάμεις της ώριμης Αριστεράς και της πολιτικής Οικολογίας να προωθήσει τις πολιτικές εκείνες που οδηγούν μακριά από τον κοινωνικό δαρβινισμό και την οικονομική βαρβαρότητα, σε έναν κόσμο για τον οποίο θα μπορούμε να είμαστε έστω και λίγο περήφανοι.
Γιώργος Τασιόπουλος
Μέλος Προεδρείου Σ.Υ.Ε.Τ.Ε.
Μέλος Δ.Σ. Εργατικού Κέντρου Αθήνας